Περί αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας

Ρεπορτάζ | Δημοσίευση: 20/04/2015

 

(αναδημοσίευση από το Βήμα-Βασίλης Χιώτης) Υπέρ του διαχωρισμού Κράτους - Εκκλησίας και της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας τάσσεται η πλειοψηφία των Ελλήνων παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε εύκολο ούτε αποδεκτό στο σύνολό του από τα εμπλεκόμενα μέρη.


Οι πρόσφατες δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου, αλλά και η επιστολή που του απέστειλε ο Πρωθυπουργός την περασμένη εβδομάδα επανέφεραν το ζήτημα αυτό στην επικαιρότητα, για μία ακόμη φορά από τότε που το έθεσε πρώτος ο αείμνηστος Αντώνης Τρίτσης. Αυτή τη φορά μάλιστα η αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας επανέρχεται με μεγαλύτερη δυναμική από ποτέ, καθώς η Πολιτεία την επιθυμεί για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, ενώ από την άλλη πλευρά η Εκκλησία την επιδιώκει σε μια προσπάθεια να ξαναφέρει κοντά της τους Ελληνες, οι οποίοι απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τους ναούς.


Παρά τη δυσαρέσκεια την οποία προκάλεσε η πρόταση του Αλ. Τσίπρα να παραπεμφθεί το ζήτημα αυτό σε μια επιτροπή διαλόγου, πρόταση που θεωρείται υπαναχώρηση από τα συμφωνηθέντα μεταξύ Αρχιεπισκόπου και Αντ. Σαμαρά για τη «συνεκμετάλλευση» της εκκλησιαστικής περιουσίας, κυβερνητικοί και εκκλησιαστικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι η προσπάθεια θα συνεχιστεί.


Κύκλοι της Αρχιεπισκοπής εξάλλου διέψευδαν τις φήμες ότι η πρωτοβουλία του κ. Ιερωνύμου είχε ως στόχο τη διασφάλιση προνομιακότερου καθεστώτος τόσο για τις επενδύσεις σε ακίνητα που επιχειρεί η Εκκλησία όσον και για τον ΕΝΦΙΑ που πληρώνει σήμερα για τα ακίνητά της, ο οποίος θεωρείται υπερβολικός.


«Το μόνο που ζητούμε είναι να μη διακοπούν οι διαδικασίες που είχαν δρομολογηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση με τη δημιουργία μιας εταιρείας στην οποία συμμετέχουν ισότιμα Εκκλησία και Κράτος για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας και για την ισότιμη διανομή των εσόδων που θα προκύψουν στα δύο μέρη» υπογραμμίζουν μιλώντας στο «Βήμα» συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου, προσθέτοντας ότι οι προτάσεις του θα τεθούν προς έγκριση από την Ολομέλεια της Ιεράς Συνόδου τον Μάιο.


Το πρόβλημα βεβαίως είναι ότι ακόμη κι αν επικυρωθεί από την Ιερά Σύνοδο αυτή η διαδικασία θα πρέπει να την αποδεχθούν και να την εφαρμόσουν και οι μονές της χώρας που στο παρελθόν δεν είχαν πειθαρχήσει, αλλά και οι μητροπόλεις των «Νέων Χωρών» που υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, για να αξιοποιηθεί το σύνολο της εκκλησιαστικής περιουσίας και όχι μόνο ένα τμήμα της.


«Ο κ. Σαμαράς έκανε πράξη το όραμα του Αρχιεπισκόπου και ο κ. Τσίπρας αναμένουμε να το συνεχίσει. Ολα τα άλλα είναι λαϊκισμοί» σημειώνουν οι ίδιες πηγές, υπενθυμίζοντας ότι και το 1952 η Εκκλησία είχε παραχωρήσει 700.000 στρέμματα γης για καλλιέργειες, τα οποία ουδέποτε αποδόθηκαν σε αγρότες. «Συνεπώς δεν προτείνουμε παραχώρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας αλλά συνεκμετάλλευση, με πολλαπλά οφέλη για την οικονομία, το δημόσιο χρέος και, κυρίως, τον λαό» παρατηρούν.


Το βέβαιο πάντως είναι ότι η Εκκλησία προχωρεί σε αυτές τις κινήσεις επειδή νιώθει και την πίεση της κοινής γνώμης για το ζήτημα αυτό, η οποία έχει ξεκάθαρες απόψεις.