Αγία Τράπεζα ...τζάμι, μικρόφωνο, ξυπνητήρι

Απόψεις - Άρθρα - Σχόλια | Δημοσίευση: 08/10/2025
Σε μια εποχή που το ιερό εδαφικοποιείται, πειθαρχείται και τεχνολογικοποιείται, η Αγία Τράπεζα μετατρέπεται σιωπηλά σε επιφάνεια διαχείρισης και όχι σε χώρο αφιερώσεως. Το φαινόμενο της εγκατάστασης τζαμιού, μικροφώνου και ρολογιού-ξυπνητηριού πάνω στο κέντρο της θείας ευχαριστιακής οικονομίας δεν είναι ούτε αθώο ούτε ουδέτερο. Είναι το εξωτερικό σύμπτωμα μιας εσωτερικής υποταγής: της Εκκλησίας στον κανόνα του κόσμου τούτου. Είναι το τέλος του ιερού ως ρωγμής και η αρχή του ως χώρου επιτήρησης.
Το τζάμι πάνω στην Αγία Τράπεζα είναι η πιο διαυγής μορφή απιστίας. Όχι απιστίας ως άρνησης του Θεού, αλλά ως έλλειψης πίστης στη φθορά. Η θεία λειτουργία τελείται «ἐν σαρκί», και η σάρκα πάντοτε φθείρεται, πάντοτε εκτίθεται. Το τζάμι είναι η άρνηση αυτής της έκθεσης. Είναι το σύμβολο μιας εκκλησιολογίας που δεν αντέχει το απρόβλεπτο, δεν υπομένει το ρίσκο, δεν εμπιστεύεται το μυστήριο. Η κοινωνία της διαφάνειας φοβάται τη διάρκεια, γιατί η διάρκεια σημαίνει τριβή, και η τριβή επιφέρει βάθος κι εδώ, η Εκκλησία μοιάζει να επιλέγει επιφάνεια αντί τριβής. Το τζάμι δεν προφυλάσσει ούτε προστατεύει την Χάρι. Την απονεκρώνει.
Το μικρόφωνο, όταν δεν είναι απλή υποστήριξη αλλά οργανικό στοιχείο της Αγίας Τράπεζας, μετασχηματίζεται σε λειτουργικό είδωλο της επιτελεστικότητας. Δεν υπηρετεί την ακρόαση αλλά την παράσταση. Η φωνή του ιερέα χάνει τη θνητότητά της, αποσωματοποιείται, γίνεται ηχητικό δεδομένο. Η λειτουργία, αντί να είναι σωματική πράξη εκφοράς, καθίσταται ακουστική κατανάλωση. Αυτή η τεχνική «καθαρότητα» όμως δεν είναι αθώα: είναι το εργαλείο μιας πολιτισμικής αποιεροποίησης. Το μικρόφωνο μέσα στο Ιερό καταργεί την αμηχανία της συνάντησης με το άφατο. Κι αν η λειτουργία δεν έχει πλέον κάτι να κρύψει, τότε δεν έχει και κάτι να αποκαλύψει.
Το ρολόι ξυπνητήρι είναι το πιο σκληρό, το πιο εξευτελιστικό σύμβολο απώλειας εσχατολογικής συνείδησης. Δεν είναι εργαλείο υπενθύμισης, είναι σύμβολο ελέγχου. Ο χρόνος της ευχαριστίας δεν είναι χρόνος χρήσης, είναι καιρός, ρωγμή στη γραμμικότητα, πρόγευση του αιώνιου. Το ξυπνητήρι στο κέντρο του θυσιαστηρίου είναι θεολογική ύβρις: δηλώνει ότι η λειτουργία πρέπει να «τελειώσει», να «μην καθυστερήσει», να συγχρονιστεί με τον εξωτερικό ρυθμό. Είναι η πλήρης έκπτωση της Εκκλησίας από τον εσχατολογικό της χαρακτήρα: από σώμα προσδοκίας γίνεται σώμα διαχειρίσεως χρόνου. «Ἀναμένω ἀνάστασιν νεκρῶν» — αλλά όχι αν καθυστερεί το πρόγραμμα της ημέρας.
Τα τρία αυτά αντικείμενα -τζάμι, μικρόφωνο, ξυπνητήρι- συγκροτούν μια νέα τελετουργία: την τελετουργία του ελέγχου. Μια λειτουργία χωρίς χάος, χωρίς κίνδυνο, χωρίς σώμα. Είναι η πλήρης μετάπτωση της ευχαριστιακής πρακτικής σε εργαλειακή λειτουργικότητα. Και αυτό δεν είναι απλώς αισθητική εκτροπή· είναι δογματική ασυνέπεια. Η Θεία Λειτουργία δεν είναι event· είναι μυστήριο. Δεν είναι εκπομπή· είναι Θεοφάνεια. Και η Θεοφάνεια δεν σηκώνει τζάμι.
Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο θεολογικό -είναι και βαθύτατα πολιτικό. Η Εκκλησία αποδέχεται σιωπηλά τη γλώσσα της διαχείρισης, του συγχρονισμού, της απόδοσης. Ενσωματώνει την ίδια τεχνολογική λογική που διέπει την καπιταλιστική οργάνωση του χώρου και του χρόνου: κάθε τι πρέπει να είναι ελέγξιμο, αποδοτικό, καθαρό, χωρίς απώλειες, χωρίς φθορές, χωρίς καθυστερήσεις. Όμως η πίστη γεννιέται ακριβώς μέσα στις καθυστερήσεις και τις σιωπές. Δεν είναι καν βεβαιότητα· είναι μακροθυμία.
Αν η Εκκλησία παραδοθεί πλήρως στη διαχείριση, θα πάψει να είναι Εκκλησία. Θα είναι θεσμός, όχι σώμα. Θα είναι οργανισμός μετάδοσης, όχι κοινότητα μεταμόρφωσης. Η Αγία Τράπεζα δεν είναι χώρος εφαρμογής πρακτικών λύσεων. Είναι ο τόπος που «χωρεί το ἀχώρητον». Κι όταν προσπαθείς να διαχειριστείς το ἀχώρητον με plexiglass, με decibel και με χρονοδιακόπτες, το μόνο που κάνεις είναι να το ακυρώνεις.
Ας το πούμε χωρίς περιστροφές: το τζάμι είναι βεβήλωση. Το μικρόφωνο, όταν δεν είναι αόρατο, είναι αλλοίωση. Το ξυπνητήρι είναι προσβολή. Όχι απλώς προσβολή της αισθητικής. Προσβολή της πίστεως.
Η Εκκλησία δεν σώζει επειδή είναι πρακτική.
Σώζει επειδή τολμά να είναι άχρηστη μπροστά στο Μυστήριο.
Κι εκεί, στον τόπο της αφάνειας και της έκστασης, μπορεί επιτέλους να υπάρξει αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν «πνευματικὴ γλυκύτης ἀμυθήτων ἀποκαλύψεων».
Ας επαναφέρουμε την λιτότητα που αποκαλύπτει. Ας αφαιρέσουμε τα περιττά, για να φανερωθεί το ουσιώδες. Ας αφήσουμε τον Θεό να ενεργήσει μέσα στη σιγή και την αβέβαιη σάρκα, όχι μέσα από ηχητική διαύγεια και χρονική ακρίβεια. Το μυστήριο είναι πάντοτε απλό· η βεβήλωση είναι πάντοτε περίπλοκη.
Μάνος Λαμπράκης